Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Ολη η αλήθεια για τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών και τις καταθέσεις



Αντιμέτωπες με την δυνατότητα πιστής εκτέλεσης των επιχειρησιακών τους σχεδίων εμφανίζονται οι ελληνικές τράπεζες μετά και τους διαγνωστικούς ελέγχους της BlackRock.



Οι κεφαλαιακές τους ανάγκες εμφανίζονται σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές πλήρως διαχειρίσιμες και πολύ κοντά στις εκτιμήσεις που έχουν διατυπωθεί για ποσό της τάξης των 5-5,5 δισ. για τις τέσσερεις συστημικές. Ποσό που υπερκαλύπτεται από τις κινήσεις που έχουν δρομολογήσει στα πλαίσια των business plan που έχουν υποβάλει στην Τράπεζα της Ελλάδος. Αυτές αθροιστικά υπολογίζεται ότι θα φέρουν στις τέσσερεις διοικήσεις των Μιχάλη Σάλλα, Σταύρου Λεκάκου (Πειραιώς), Γιώργου Ζανιά, Αλέξανδρου Τουρκολιά (Εθνική), Γιάννη Κωστόπουλου, Δημήτρη Μαντζούνη (Alpha Bank), Γιώργου Δαυίδ και Χρήστου Μεγάλου (Eurobank) αθροιστικά έσοδα και της τάξης των 8 δισ. σε βάθος τετραετίας. Πλην όμως η κάθε μια εκ των τεσσάρων έχει διαφορετικές προκλήσεις και η εκτέλεση των σχεδίων τους ώστε να μπουν τα κεφάλαια αυτά στα ταμεία τους δεν είναι σε καμία περίπτωση εύκολη υπόθεση. Όσον αφορά δε τα επερχόμενα πανευρωπαϊκά stress tests που θα πραγματοποιήσει η ΕΚΤ ενόψει της κοινής ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας η εικόνα σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους είναι ακόμα θετικότερη καθώς αυτά θα γίνουν με δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 8% όπως σε όλη την Ευρώπη και όχι 9% όπως απαιτείται για τις ελληνικές από το μνημόνιο, τουλάχιστον μέχρι και το 2014.
Λιγότερη πίεση
Και εδώ δίδεται η μάχη των τραπεζιτών να ισχύσει το 8% και για τα ελληνικά stress tests κάτι που θα απελευθερώσει περεταίρω κεφάλαια και θα αφαιρέσει την πίεση για γρήγορη εκτέλεση των business plan, τα οποία περιλαμβάνουν πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού όπως θυγατρικές, συμμετοχές, ακίνητα και τμήματα του δικτύου τους στο εξωτερικό, αυξήσεις κεφαλαίου και μείωση κόστους με την συρρίκνωση του δικτύου του προσωπικού και των δανειακών τους χαρτοφυλακίων εν γένει. Κάτι που μεταφράζεται όμως σε πίεση προς τις επιχειρήσεις μικρές και μεγάλες και όχι σε αύξηση της ρευστότητας στην αγορά. Η λεπτή αυτή ισορροπία θα κρίνει εν πολλοίς και την υγεία της οικονομίας.
Δεν είναι όμως η κατάσταση όλων των τραπεζών η ίδια.
Τις μεγαλύτερες ανάγκες εμφανίζει η Eurobank η οποία όμως αναμένεται να ολοκληρώσει με επιτυχία την αύξηση κεφαλαίου της τάξης των 2 δισ. ευρώ στα τέλη του πρώτου τριμήνου, κλείνοντας το κεφάλαιο των κεφαλαιακών αναγκών αλλά και της περεταίρω ιδιωτικοποίησης της. Εξάλλου έχει ήδη προχωρήσει στην αποεπένδυση από την Eurobank Properties και αναμένεται να υλοποιήσει και άλλες ανάλογες κινήσεις ενδεχομένως με τον ασφαλιστικό της βραχίονα. Έπεται η Εθνική που όμως διαθέτει τεράστια περιθώρια ελιγμών και έχει ήδη άλλωστε δρομολογήσει με επιτυχία κινήσεις που τις αποφέρουν έσοδα πλησίον του ενός δισ. ευρώ.
Ξεχωρίζουν εδώ οι πωλήσεις ποσοστού της «Πανγαίας» και του «Αστέρα» αλλά και τμημάτων ενεργητικού όπως η υπό συζήτηση συναλλαγή για τη μονάδα Asset management. Υπάρχει ακόμα το θέμα της εξεύρεσης του μοντέλου που θα υιοθετηθεί για την αξιοποίηση της συμμετοχής της στην τουρκική Finansbank αλλά και του δικτύου της στο εξωτερικό εν γένει.
Ανοιχτή συζήτηση
Πειραιώς και Alpha εμφανίζονται σε καλύτερη θέση πλην όμως πρέπει και αυτές να πράξουν ανάλογα. Η Πειραιώς αναμένεται να έχει σημαντικές ωφέλειες από την αύξηση κεφαλαίου της Γενικής αλλά και την πώληση μονάδων όπως η Αγροτική Ασφαλιστική και άλλων μικρότερων συμμετοχών της. Στην Alpha Bank το Hilton εκτιμάται ότι θα είναι ένα από τα περιουσιακά στοιχεία που θα διατεθεί ενώ και για τις δυο τελευταίες τράπεζες σημαντικό ρόλο θα παίξει και το μοντέλο με το οποίο θα αξιοποιηθούν τα δίκτυα στα Βαλκάνια. Ακόμα δεν έχει «τελεσιδικήσει» το εάν οι τράπεζες θα πάνε σε μεταξύ τους ανταλλαγές ώστε να κρατήσει η κάθε μια ισχυρή παρουσία σε μια ή δύο το πολύ χώρες ή ένα θα ακολουθηθεί άλλος δρόμος.
Πάντως η πώληση σε ξένες τράπεζες εμφανίζει πολύ δύσκολη δεδομένης της κακής κατάστασης στην οποία βρίσκονται και οι ευρωπαϊκές τράπεζες εν γένει. Ειδικά εκείνες που έχουν παρουσία στην ανατολική Ευρώπη. Πρέπει όλα αυτά να πάνε καλά και την ίδια ώρα να μην χειροτερεύσει η κατάσταση εντός Ελλάδος διότι τότε υφίσταται ο κίνδυνος να μην επαρκούν ακόμα και τα επαυξημένα κεφάλαια. Αυτός είναι και ο λόγος που παραμένει ανοιχτή η συζήτηση για το εάν θα πρέπει οι εποπτικές κεφαλαιακές απαιτήσεις να πέσουν στο ευρωπαϊκό 8% ή να παραμείνουν στο 9% (για κάποιους δεν αποτελεί επαρκή εξασφάλιση ούτε το 10%).

Προβλέψεις, μετοχές και δάνεια
Με βάση τις ακραίες παραδοχές, η ΤτΕ προβλέπει ύφεση -2% με -2,4% το 2014 και ύφεση -1,1% και το 2015 ενώ για το 2016 προβλέπεται ανάπτυξη +0,8%. Σε αυτές τις παραδοχές θα δοκιμαστούν με τα ελληνικά stress tests οι τράπεζες. Και με αυτές που εμφανίζονται να καλύπτουν τις ανάγκες. Σημειώνεται πως πηγές της αγοράς μετά και τις τελευταίες κινήσεις των τραπεζών εκτιμούν πως οι δείκτες εποπτικών κεφαλαίων, έχουν διαμορφωθεί ως εξής: Η Εθνική εμφανίζει δείκτη της τάξης του 9,4%, η Alpha Bank 13,5%, η Πειραιώς 13,5% και η Eurobank 8,1%. Σε αυτές τις τιμές όμως περιλαμβάνονται και οι προνομιούχες μετοχές που έχουν λάβει οι τράπεζες από το ελληνικό δημόσιο και τις οποίες είτε θα πρέπει να επιστρέψουν καταβάλλοντας σημαντικά ποσά είτε να παρατείνουν επωμιζόμενες υψηλότερο κόστος. Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η διαχείριση των κόκκινων δανείων καθώς επιχειρείται στο τέλος της κρίσης οι ελληνικές τράπεζες να έχουν αντιμετωπίσει επαρκώς το καυτό αυτό ζήτημα.
Τι αποφασίστηκε για τις καταθέσεις
Η 11η Δεκεμβρίου 2013 θα θεωρείται στο μέλλον μία από τις πιο σημαντικές μέρες στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης από τότε που ξέσπασε η κρίση χρέους. Και αυτό γιατί τα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφώνησαν -σε αρχικό τουλάχιστον στάδιο- για τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης των τραπεζών. Το σκεπτικό των Βρυξελλών βασίζεται στην επιθυμία να μην πληρώνουν για τη διάσωση των προβληματικών ευρωπαϊκών τραπεζών οι φορολογούμενοι, αλλά οι μέτοχοι, οι ομολογιούχοι και οι καταθέτες τους. Οι τελευταίοι, όταν διαθέτουν ποσά άνω των 100.000 ευρώ. Η εν λόγω απόφαση θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2016.
Εκκρεμούν, βέβαια, η έγκρισή της από τους Ευρωπαίους υπουργούς οικονομικών την επόμενη βδομάδα, ο καθορισμός των τεχνικών λεπτομερειών και κυρίως η ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με τον Επίτροπο Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών, Μισέλ Μπαρνιέ, το γεγονός ότι δε θα ξοδεύονται κρατικά χρήματα για τη διάσωση προβληματικών ιδιωτικών ιδρυμάτων, «θα αποτελέσει θεμελιώδη πτυχή του τρόπου αντιμετώπισης της κρίσης» από εδώ και στο εξής. Κατά την άποψή του, η εμπλοκή των φορολογούμενων θα συνιστά απλώς κακή ανάμνηση του παρελθόντος. Η βρετανική εφημερίδα Financial Times, γράφει, για παράδειγμα, πως οι φορολογούμενοι έχουν ήδη πληρώσει 473 δισεκατομμύρια ευρώ για τις ευρωπαϊκές τράπεζες τα τελευταία πέντε χρόνια.
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Η απόφαση των Βρυξελλών ορίζει ότι όλες οι τράπεζες θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδια για πιθανές μελλοντικές καταστάσεις έκτακτου κινδύνου. Την ίδια στιγμή, οι αρχές χρειάζεται να διασφαλίσουν ότι θα έχουν ληφθεί όλα τα προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της χρεοκοπίας τους. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα αρμοδιοτήτων και εργαλείων ώστε να είναι πλέον βέβαιο πως κάθε προβληματική τράπεζα μπορεί να αναδιαρθρώνεται με γνώμονα τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την προστασία των φορολογουμένων. Ειδικότερα, οι δαπάνες για τη χρεοκοπία κάποια τράπεζας θα καλύπτονται από τους μετόχους και τους πιστωτές τους. Οι καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ απαλλάσσονται από οποιαδήποτε απώλεια. Παράλληλα, οι καταθέσεις των φυσικών προσώπων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων πάνω από 100.000 ευρώ θα έχουν προνομιακή μεταχείριση, χωρίς, ωστόσο να ορίζεται ποια θα είναι αυτή μέχρι στιγμής.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Πλέον, σύμφωνα με την απόφαση των Βρυξελλών, οι τράπεζες σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα υπόκεινται σε εναρμονισμένες διατάξεις. Οι διατάξεις αυτές θα καθορίζουν τόσο τον τρόπο με τον οποίο θα επιτυγχάνεται η εξυγίανση τους όσο τον καταμερισμό του κόστους. Η σχέση μεταξύ της βιωσιμότητας των τραπεζών και των δημοσιονομικών αντοχών σε εθνικό επίπεδο θα αποδυναμωθεί ενώ οι υπάρχουσες διαφορές των συνθηκών χρηματοδότησης των τραπεζών στα κράτη μέλη θα εκμηδενιστούν. Θα υπάρχει, απλώς, ένας βαθμός ευελιξίας σε περίπτωση πιθανών συστημικών κρίσεων. Αυτό, όμως, θα συμβαίνει σε εξαιρετικές περιπτώσεις χωρίς να υπονομεύεται η ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς.
ΕΠΙΔΙΩΞΗ
Γίνεται σαφές πως βασική επιδίωξη των Βρυξελλών τα επόμενα χρόνια θα είναι να αναλαμβάνουν την ευθύνη για την κάλυψη ζημιών σε τράπεζες και τον τραπεζικό τομέα γενικότερα ιδιώτες επενδυτές. Η απαραίτητη ευελιξία για να αντιμετωπίζεται εξαρχής ο κίνδυνος συστημικών κρίσεων, δεν αναιρεί την υποχρέωση των τραπεζών να έχουν την ικανότητα κατανομής των απωλειών τους. Δημόσια κεφάλαια θα χρησιμοποιούνται μόνον σε ακραίες περιστάσεις. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, εκείνο που ίσως είναι το πιο σημαντικό και ήδη αποφασίστηκε από τους «28» σχετίζεται με την υποχρέωση των τραπεζών να δημιουργήσουν και να χρηματοδοτήσουν οι ίδιες ταμεία εξυγίανσης, Τα ταμεία αυτά θα πρέπει να συγκεντρώσουν ποσό ίσο με το 1% των εγγυημένων καταθέσεων μέσα σε δέκα χρόνια.




Πηγή: fpress.gr