Τρίτη 29 Ιουλίου 2014
Πιο ακριβό από σαμπάνια το γαϊδουρινό γάλα
Είναι ευεργετικό όπως το μητρικό γάλα και υπόσχεται μεγάλα κέρδη σε όσους επενδύουν σ' αυτό.
Κοστίζει περισσότερο από μια γαλλική σαμπάνια, είναι ευεργετικό όπως το μητρικό γάλα και υπόσχεται μεγάλα κέρδη σε όσους επενδύουν σ' αυτό. Ο λόγος για το γάλα γαϊδούρας, του πιο παρεξηγημένου και συνάμα του πιο υπομονετικού και ταπεινού ζώου στη γη.
Κανένας δεν θα πίστευε ότι το παραμελημένο αυτό ζώο που εμφανίστηκε 3.000 χρόνια π.Χ., στην Αφρική, σήμερα θα ήταν... πηγή πλούτου για όσους το εκτρέφουν. Μία τέτοια μονάδα βρίσκεται στην περιοχή “Χατζήδικα” της Νιγρίτας όπου ο κτηνοτρόφος Διογένης Παπλιάκα εκτρέφει περίπου τριακόσια γαϊδουράκια, εκ των οποίων τα 200 είναι θηλυκά.
“Ίσως πρόκειται για τη μεγαλύτερη φάρμα γαϊδουριών στην Ελλάδα” θα πει με υπερηφάνεια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Παπλιάκας, ξεδιπλώνοντας τις αναμνήσεις του στα παιδικά του χρόνια, όταν μόλις δέκα ετών τότε, είχε στην κατοχή του τα δύο πρώτα γαϊδουράκια.
“Τα αγαπούσα πολύ από μικρός, ήταν η συντροφιά μου όταν δούλευα στα χωράφια και στα ζώα του πατέρα μου” λέει. Με το πέρασμα των χρόνων τα δύο γίνανε πέντε, τα πέντε δέκα και σιγά- σιγά η φάρμα μεγάλωνε χωρίς κάποιο κέρδος αρχικά.
Πριν από 15 περίπου χρόνια, μία έρευνα του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας της Κτηνιατρικής Σχολής Θεσσαλονίκης, έφερε τον καθηγητή της Κτηνιατρικής Σχολής του ΑΠΘ, Γιώργο Αρσένο, στη μικρή φάρμα του Διογένη Παπλιάκα.
“Η ενημέρωση που είχα τότε από τον κ. Αρσένο και η παρότρυνσή του να ασχοληθώ σοβαρά με την εκτροφή των γαϊδουριών” ήταν αυτή που με οδήγησε να ασχοληθώ σοβαρά με την εκτροφή τους και να δημιουργήσω μία φάρμα ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
Η φάρμα γαϊδουριών του Διογένη Παπλιάκα δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις γνωστές φάρμες του Βελγίου, της Γαλλίας, της Ελβετίας, της Γερμανίας της Σερβίας και του Καναδά. Μπορεί αυτή τη στιγμή η πιο φημισμένη κτηνοτροφική μονάδα του Ολιβιέ Ντενίς στο Chateaudes Mottes του Βελγίου, να δραστηριοποιείται σε αυτόν τον τομέα, όμως σε αριθμό γαϊδουριών φέρεται πως είναι πολύ πιο πίσω από τη φάρμα του Διογένη Παπλιάκα, καθώς σήμερα η κτηνοτροφική μονάδα στη Νιγρίτα Σερρών αποτελείται από 300 γαϊδούρια, που όλα τους ανήκουν στη ελληνική φυλή «αρκαδικός όνος».
«Κάθε μέρα παράγονται στη φάρμα περίπου 10 κιλά γάλα», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Διογένης Παπλιάκας, αποκαλύπτοντας ότι η μίση ποσότητα του γάλακτος χρησιμοποιείται για το θηλασμό των νεογέννητων γαϊδουριών, ενώ η υπόλοιπη μισή για την επεξεργασία του ιδιαίτερου σαπουνιού από γάλα γαϊδούρας.
Το γάλα γαϊδούρας διατίθεται και στη λιανική αγορά, χωρίς να έχει ακόμη καταφέρει να μπει στα ράφια των σούπερ μάρκετ, με τιμή πώλησης που φτάνει στα 50 ευρώ το λίτρο, ενώ από την επεξεργασία του προκύπτουν διάφορα προϊόντα, όπως, τυρί, σαπούνια, συμπληρώματα διατροφής, αφρόλουτρα, ενυδατικές κρέμες, σαπούνια αντιγήρανσης, καραμέλες και πιο σπάνια και λικέρ.
Οι τιμές όλων των παραγόμενων προϊόντων από γάλα γαϊδούρας είναι για τους περισσότερους απλησίαστες, λόγω των μοναδικών ευεργετικών ιδιοτήτων που παρέχουν. Ενδεικτικά το σαπούνι πωλείται προς 5 ευρώ, το σκεύασμα για συμπλήρωμα διατροφής 55 ευρώ, το αφρόλουτρο 18,5 – 20 ευρώ, η ενυδατική κρέμα 16- 20 ευρώ, το σαπούνι αντιγήρανσης 6 - 8 ευρώ, οι καραμέλες 5 ευρώ και το λικέρ με γάλα γαϊδούρας να φτάνει ακόμη και τα 20 ευρώ, όσο για το τυρί, μπορεί να φτάσει ακόμη και στα 1.000 ευρώ ανά κιλό, καθώς για την επεξεργασία του θα χρειαστούν περισσότερα από 25 κιλά γάλα.
“Παρόλα ταύτα η εκτροφή των γαϊδουριών δεν είναι μία εύκολη υπόθεση” θα επισημάνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπλιάκας, που επεξηγεί πως “ο κάθε ονοτρόφος εκτός από την αγάπη που πρέπει να έχει για αυτά τα ζώα, θα πρέπει να έχει και την ανάλογη υπομονή. Η εκτροφή των γαϊδουριών είναι μια επίπονη διαδικασία και χρειάζεται ιδιαίτερες δεξιότητες, ακόμη και για το άρμεγμα της γαϊδούρας που γίνεται με ειδική τεχνική” επισημαίνει ο κ. Παπλιάκας.
Τα γαϊδουράκια γνωστά για τη μεγάλη αντοχή τους, στον καύσωνα, στις ασθένειες, στην πείνα και στην δίψα, είναι ιδιαιτέρως απαιτητικά στο νερό, το οποίο πρέπει να είναι καθαρό για να το πιουν, ενώ συνήθως αρνούνται πεισματικά να πιουν νερό όταν έχουν πιει από το ίδιο δοχείο άλλα ζώα ή ακόμη και άλλα γαϊδουράκια.
Στο ερώτημα αν μπορεί μια μονάδα παραγωγής γαϊδουρινού γάλακτος να είναι βιώσιμη και προσοδοφόρα, η απάντηση είναι θετική, αλλά προϋποθέτει την πρωτοβουλία, την επινοητικότητα του ονοτρόφου, καθώς και την εξασφάλιση της διάθεσης του προϊόντος.
Όπως επισημαίνει ο κ. Παπλιάκας “το πρόβλημα είναι στη διάθεση του γάλακτος καθώς ο ΕΟΦ δεν έχει δώσει ακόμη έγκριση για την κυκλοφορία του. Η Ελλάδα θα πρέπει επιτέλους να πάρει τις σωστές αποφάσεις. Το Υπουργείο Ανάπτυξης θα πρέπει να αντιληφθεί ότι το γάλα της γαϊδούρας είναι “θαυματουργό” όχι μόνο για τους ονοτρόφους αλλά για όλους τους Έλληνες” λέει χαρακτηριστικά και με νόημα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Διογένης Παπλιάκας που προσδοκά να έχει πολλαπλά οφέλη από την ονοτροφία, στο άμεσο μέλλον.
Σε συνέδριο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, πριν από τρία χρόνια, είχε επισημανθεί ότι από τα 508.000 γαϊδούρια που υπήρχαν στην Ελλάδα το 1955, σαράντα χρόνια μετά, καταγράφηκαν 95.000, ενώ σήμερα, σχεδόν εξήντα χρόνια μετά, ανέρχονται μόλις σε 15.000. Ανησυχητική είναι η προειδοποίηση της ΕΕ ότι το συμπαθές τετράποδο κινδυνεύει να γίνει είδος υπό εξαφάνιση.
Πηγή: protothema.gr