Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Να παντρευτώ ή να μην παντρευτώ;



Όταν ο Αλκιβιάδης ρώτησε τον Σωκράτη: «Να παντρευτεί κανείς ή να μην παντρευτεί;», ο Σωκράτης του είπε: «Αν παντρευτείς θα το μετανιώσεις και αν δεν παντρευτείς πάλι θα το μετανιώσεις»!



Η παραπάνω στιχομυθία αποτέλεσε την έμπνευση για τον τίτλου του νέου του βιβλίου «Να παντρευτεί κανείς ή να μην παντρευτεί;», του διάσημου ψυχιάτρου, παιδοψυχιάτρου, ψυχαναλυτή-ψυχοθεραπευτή Ματθαίου Γιωσαφάτ. Το βιβλίο, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αρμός, συμπυκνώνει πολλές διαλέξεις του στο Μέγαρο Μουσικής και στο Ίδρυμα Θεοχαράκη, ενώ περιλαμβάνει και αρκετές ερωτήσεις του κοινού, καθώς και σύντομες απαντήσεις του ομιλητή.

Με τρόπο απλό και συχνά χιουμοριστικό, ο συγγραφέας προχωρά σε μια ψυχαναλυτική -και όχι μόνο- προσέγγιση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας, του έρωτα, της αγάπης, της επιλογής συντρόφου και του γάμου. Διαβάζοντας το βιβλίο, το χαμόγελο έρχεται επανειλημμένα στα χείλη του αναγνώστη, καθώς σε αναφορές και παραδείγματα αναγνωρίζει σίγουρα δικές του συμπεριφορές και εμπειρίες. Άλλωστε το κείμενο στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην προσωπική εμπειρία βραχείας ή μακρότερης θεραπείας του συγγραφέα με πάνω από 6.000 ζευγάρια, που παρακολουθούσε είτε στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια είτε στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε για 15 χρόνια ως διευθυντής της Κλινικής Παιδικής και Οικογενειακής Ψυχιατρικής Finchley.

Γιατί παντρευόμαστε;

Ο γάμος ή η συντροφικότητα είναι ίσως η μόνη σχέση όπου μπορεί κανείς να ζήσει βαθιές συναισθηματικές και συχνά παιδικές ανάγκες. Όπως είναι η ανάγκη για αγάπη, για τρυφερότητα, για να μωρουδίζει κανείς, να αφήνεται να εξαρτάται. Όλα αυτά έξω στη ζωή, δεν μπορούμε να τα κάνουμε γιατί δεν γίνεται, παρατηρεί ο κ. Γιωσαφάτ.



Όπως εξηγεί, ο γάμος μας παλινδρομεί, γιατί υπάρχουν μέσα μας ασυνείδητες ανάγκες που τις επαναφέρει η οικογενειακή κατάσταση, η οποία μας θυμίζει το πατρικό μας σπίτι... «Όταν είμαστε ελεύθεροι, είμαστε πιο ενήλικοι, έχουμε διαφορετικές κοινωνικές ανάγκες. Οι άλλες υπάρχουν μέσα μας αλλά σε λανθάνουσα μορφή. Πρέπει όμως να ικανοποιηθούν, αλλιώς ο καθένας θα έμενε μόνος του ανύπαντρος, και θα ήταν πανευτυχής. Δεν είναι όμως. Οι ανύπαντροι πεθαίνουν γρηγορότερα, έχουν περισσότερες αρρώστιες και, κατά κανόνα, είναι δυστυχέστεροι από τους παντρεμένους, παρ’ όλα τα προβλήματα του γάμου».

Ως προς τον έρωτα, δηλώνει κατηγορηματικά πως «είναι πάντα προβολή αναγκών. Πάντα. Ερωτευόμαστε γιατί έχουμε ανάγκες. Όλα τα άλλα είναι παραμύθια. Αυτός είναι ο λόγος που παντρευόμαστε, που κάνουμε δεσμούς. Είναι γιατί έχουμε ανάγκες. Είτε σεξουαλικές είτε ρομαντικές, αγάπης. [...] Άρα θέλω κάποιον να μου τις ικανοποιήσει. [...] Ο αλτρουιστικός έρωτας δεν υπάρχει». Σε ένα άλλο σημείο του κειμένου σημειώνει: «Η επιλογή συντρόφου και η επιλογή επαγγέλματος καθορίζουν σε μεγάλο ποσοστό (κατά την άποψή μου περίπου το 70-80%) την ευτυχία ή δυστυχία της ζωής μας».

«Το 80% των ζευγαριών δεν περνάνε καλά»

«Οι άνθρωποι σκοτώνονται από τότε που υπάρχει ανθρώπινη ιστορία [...] Ο μέγας πόλεμος βέβαια είναι μέσα στην οικογένεια», γράφει και εξηγεί: «Βάσει διεθνών στατιστικών, το 80% των ζευγαριών δεν περνάνε καλά. Το 50% χωρίζουν, το 30% δεν χωρίζουν –διότι υπάρχουν παιδιά, δύσκολα οικονομικά, διάφοροι κοινωνικοί λόγοι... Δεν μπορούν ή δεν θέλουν να χωρίσουν, γιατί έχουν μάθει στη ρουτίνα του γάμου, βολεύονται, έχουν μια ασφάλεια, αλλά δεν περνάνε καλά. Οπότε οι σχετικά καλοί γάμοι είναι ένα ποσοστό περίπου 20% και, κατά τη δική μου εμπειρία, ένα 5% με 10% είναι πραγματικά ευτυχισμένοι».



Όπως παρατηρεί ο ψυχίατρος-παιδοψυχίατρος, «[…] ο γάμος κλείνει συμβολικά την οδό διαφυγής – όπως το παιδάκι που δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μάνα του. Ενώ, όταν συζείτε, λες "παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω", όπως ο διάσημος Αντωνάκης. [...] Μετά, όταν παντρεύτηκαν, έκλεισε ο κύκλος και λύσσαξε ο κύριος Αντωνάκης. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, δεν μπορούσε να φύγει. Εγκλωβιζόμαστε και μας θυμίζει τον εγκλωβισμό που έχουμε σαν παιδάκια, που δεν μπορούμε να φύγουμε. Γι’ αυτό τότε ή χωρίζουμε ή τριγνωνοποιούμε τη σχέση: Βρίσκουμε γκόμενα, κάνουμε άλλη δουλειά, πηγαίνουμε στο γήπεδο και ξεσπάμε, δέρνουμε κόσμο εκεί αντί να δέρνουμε τη γυναίκα μας – ή παθαίνουμε κατάθλιψη. Αυτό βέβαια στην Ελλάδα μέχρι τώρα δεν είναι πολύ συνηθισμένο, γιατί η κατάθλιψη απαιτεί κάποια ωριμότητα».

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο γάμος είναι μια από τις σημαντικότερες αιτίες της χρόνιας κατάθλιψης, είτε για τη γυναίκα είτε για τον άνδρα. «Ο καθένας τους προσπαθεί να την αποφύγει με διάφορους τρόπους: οι γυναίκες με τα παιδιά, οι άνδρες με τη δουλειά, με τριγωνοποιήσεις στις σχέσεις, με τα ποτά, με τα ναρκωτικά, με τις φιλοδοξίες... Όλα αυτά μας διεγείρουν για να αντιμετωπίσουμε την κατάθλιψη. [...] Η αιτία της κατάθλιψης είναι η απώλεια του επιθυμητού προσώπου που θέλαμε να αγαπήσουμε και το οποίο στην αρχή νομίσαμε ότι επιτέλους το είχαμε βρει».

Στόχος όλων μας, σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι να σχηματίσουμε ένα ζευγάρι σαν το ζευγάρι των γονιών μας. Εξιδανικευμένο όμως και χωρίς τα αρνητικά στοιχεία τους, ιδιαίτερα όταν εκείνοι είχαν πολλά αρνητικά στοιχεία. Όσο πιο ατελής είναι ο δικός τους γάμος, τόσο πιο τέλειο θέλουμε τον δικό μας, και γι’ αυτό προβάλλουμε πάνω στον άλλον φαντασιώσεις και έπειτα έρχεται η πραγματικότητα και... «σβήνεται η γραφή».

Τι επιφυλάσσει το μέλλον

Λαμβάνοντας υπόψη τα στατιστικά στοιχεία για το ποσοστό των γάμων και των διαζυγίων που καταγράφονται στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο, οι προβλέψεις για το μέλλον του γάμου -και μάλιστα το άμεσο- είναι μάλλον δυσοίωνες. «Το 50% των ανθρώπων χωρίζουν σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα, πριν από τέσσερα-πέντε χρόνια ήταν 23% και είχαν πει ότι σε πέντε χρόνια θα φθάσει το 35%. Έχει ήδη φθάσει στο 37% και σε πέντε ακόμα χρόνια θα φθάσουμε κι εδώ στον συνήθη παγκόσμιο ρυθμό του 50%», όπως αναφέρει ο κ. Γιωσαφάτ.

Παρ’ όλα αυτά και σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς πολλών, ο διάσημος ψυχαναλυτής-ψυχοθεραπευτής πιστεύει πως ο γάμος δεν θα πεθάνει. Θα υποστεί όμως αλλαγές, ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες της κάθε εποχής. Ο ίδιος έχει, μάλιστα, προτείνει συμβόλαια γάμου ορισμένου χρόνου, τα οποία θα μπορούν να είναι ανανεώσιμα εφόσον το θέλουν και οι δύο σύντροφοι. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, αναγνωρίζει πως θα υπάρχουν προβλήματα. «Τι θα κάνει μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας αν ο σύζυγος προτιμά ένα καινούργιο συμβόλαιο με κάποια νεώτερη γυναίκα; Τι άλλα προβλήματα θα προκύψουν, αν η μονογαμία δεν είναι όρος μιας σχέσης;», διερωτάται.

Ο γάμος θα συνεχίσει, παρά τις ατέλειες και τις δυσκολίες του, να είναι ουσιαστικός συναισθηματικός δεσμός στη ζωή και με αλλαγές που θα προκύψουν βαθμιαία, επιμένει. Θέση του, την οποία έχει διατυπώσει επανειλημμένως, είναι πως το κράτος πρέπει να εισάγει στα σχολεία «Μαθήματα Ζωής», για να βοηθήσει τον γάμο και τα παιδιά. «Γιατί, πιστεύω, σχεδόν οι περισσότερες νευρωτικές ψυχολογικές διαταραχές στα παιδιά και τους αυριανούς ενήλικες προέρχονται από τη συζυγική δυσαρμονία», όπως τονίζει.



Πηγή: protothema.gr